Την ενοχή τριών εκ των επτά κατηγορούμενων για την υπόθεση του γηροκομείου-κολαστηρίου στον Λιθότοπο Σερρών, όπου ηλικιωμένοι είχαν εντοπιστεί σε άθλια κατάσταση, τον Οκτώβριο του 2020, πρότεινε η εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης.
Στο εδώλιο παραπέμφθηκαν επτά άτομα μεταξύ των οποίων τρεις που φέρονται ως διαχειριστής, διευθύντρια και ιδιοκτήτης του γηροκομείου, αντίστοιχα, δύο γιατροί και δύο ιδιοκτήτες γραφείων τελετών. Οι κατηγορίες αφορούν την κατά περίπτωση διακίνηση ναρκωτικών, έκθεση από την οποία προκλήθηκε θάνατος των παθόντων, έκδοση ψευδούς ιατρικής πιστοποίησης, υπόθαλψη εγκληματία και για παραβίαση μέτρων για την πρόληψη ασθενειών
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, το γηροκομείο -που ήταν ξενώνας και μετατράπηκε παράνομα σε χώρο φροντίδας- λειτουργούσε σε άθλιες συνθήκες, με τρωκτικά και ακαθαρσίες να υπάρχουν παντού στους χώρους όπου ζούσαν οι ηλικιωμένοι, που είχαν βρεθεί σε κακή κατάσταση, υποσιτισμένοι και αφυδατωμένοι. Οι τρεις πρώτοι κατηγορούμενοι φέρεται πως χορηγούσαν ναρκωτικές ουσίες στους τροφίμους, ενώ τους απέτρεπαν να έχουν επαφή με τον έξω κόσμο.
Η υπόθεση αποκαλύφθηκε τον Οκτώβριο του 2020, όταν εντοπίστηκε μία ηλικιωμένη να περιπλανιέται στους δρόμους του Λιθότοπου, ενώ όταν η αστυνομία μπήκε στον χώρο, μία ηλικιωμένη είχε βρεθεί δεμένη στο κρεβάτι της. Μετά από έρευνες προέκυψε ότι δύο ηλικιωμένες είχαν πεθάνει, χωρίς να λάβουν την απαραίτητη φροντίδα. Οι γιατροί και ιδιοκτήτες των γραφείων παραπέμφθηκαν καθώς κατηγορούνται ότι υπέγραψαν τα πιστοποιητικά θανάτου και ότι έθαψαν με συνοπτικές διαδικασίες τις γυναίκες, αντίστοιχα.
Χαρακτηριστικές ήταν οι καταθέσεις μαρτύρων που έκαναν λόγο για απάνθρωπες συνθήκες, ενώ μάλιστα ο νυν δήμαρχος Σιντικής, Γεώργιος Τάτσιος, που εκείνη την περίοδο διατηρούσε φαρμακείο δίπλα στον ξενώνα είπε πως είδε μία ηλικιωμένη γυναίκα να περπατάει στην περιοχή μόνο με τη νυχτικιά της και ειδοποίησε τις αρχές.
Ένας εκ των κατηγορούμενων δεν ήταν παρών στο δικαστήριο, ενώ οι υπόλοιποι έξι αρνήθηκαν τις κατηγορίες που τους βαραίνουν κατά τη διάρκεια των απολογιών τους. Σημειώνεται πως η φερόμενη ως διευθύντρια και ο τρίτος κατηγορούμενος είναι κρατούμενοι για την υπόθεση.
«Παρείχαμε πολύ καλές υπηρεσίες», είπε η φερόμενη ως διαχειρίστρια προσθέτοντας πως θεωρεί ότι κατηγορούνται άδικα. Από την πλευρά του, ο άλλος βασικός κατηγορούμενος ισχυρίστηκε πως πήγε στο γηροκομείο μόνο τρεις φορές και όλα λειτουργούσαν όπως έπρεπε. Οι δύο γιατροί και δύο ιδιοκτήτες γραφείων τελετών αρνήθηκαν τις κατηγορίες, σημειώνοντας πως δεν είχαν καμία σύνδεση με το γηροκομείο και τις υπηρεσίες τους και ότι ενήργησαν με βάση τα πρωτόκολλα των λειτουργημάτων τους.
Για τους τέσσερις τελευταίους η εισαγγελέας πρότεινε να απαλλαχθούν καθώς όπως είπε δεν ήταν σε συνεννόηση με τους υπόλοιπους, αλλά με τους συγγενείς των δύο γυναικών που πέθαναν και έπρεπε να ταφούν, ενώ για τους τρεις πρώτους εισηγήθηκε να κηρυχθούν ένοχοι.
«Λειτουργούσαν παράνομα την επιχείρηση ως επένδυση, που εν μέσω πανδημίας ήταν κερδοφόρα», είπε εξηγώντας τον ρόλο του καθενός, ενώ πρόσθεσε πως χορηγούσαν τα ναρκωτικά χάπια στους ηλικιωμένους και δεν τους παρείχαν την κατάλληλη φροντίδα.
«Αυτοί οι θάνατοι θα είχαν αποφευχθεί», είπε μεταξύ άλλων στην αγόρευσή της.
Η δίκη θα συνεχιστεί στις αρχές του επόμενου μήνα με τις αγορεύσεις των δικηγόρων και την απόφαση του δικαστηρίου.
Comments